- κιτάπι
- το(λ. τουρκ.), φυλλάδα, μικρό σύγγραμμα: Άνοιξε το κιτάπι να δεις τι λέει.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
κιτάπι — το βιβλίο ή τετράδιο σημειώσεων («γιά να δούμε τί γράφουν τα κιτάπια»). [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. kitap] … Dictionary of Greek
φυλλάδα — η 1. λιγοσέλιδο βιβλίο με λαϊκό περιεχόμενο: Η φυλλάδα του Τσακιτζή. 2. άσεμνο σύγγραμμα ή βιβλίο ανάξιο λόγου: Δεν είναι βιβλίο αυτό, είναι φυλλάδα. 3. (ειρωνικά), βοηθητικό μαθητικό βιβλίο: Διαβάζει τη μετάφραση από τη φυλλάδα. 4. (ειρωνικά),… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)